Η εξωτερική πολιτική του Α. Παπαναστασίου βασίζεται στο τρίπτυχο ειρήνη – Ενωμένη Ευρώπη – Βαλκανική Συνεννόηση. Κύρια επιδίωξή του ήταν η εμπέδωση ειρηνικών διακρατικών σχέσεων με την οργάνωση των κρατών σε παγκόσμιους ή περιφερειακούς οργανισμούς, κατά το πρότυπο της Κοινωνίας των Εθνών. Η θέση του αυτή ήταν σύμφωνη με τις γενικότερες προσπάθειες για την διασφάλιση της ειρήνης κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Εξελέγη, μάλιστα, το 1926 πρόεδρος του Γραφείου για την Διεθνή Ειρήνη της Κοινωνίας των Εθνών, στην Γενεύη.
Ήταν υπέρμαχος της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, βασιζόμενης όχι στην πολιτική ενοποίηση αλλά στην θεσμική πολυμερή ανάπτυξη των πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών σχέσεων των Ευρωπαϊκών κρατών. Παράλληλα, προωθούσε σε περιφερειακό επίπεδο τη δημιουργία μιας Βαλκανικής Συνομοσπονδίας ανεξάρτητων κρατών.
Με δική του πρωτοβουλία από το βήμα του 27ου Διεθνούς Συνεδρίου για την Ειρήνη στους Δελφούς, το 1929, συγκλήθηκαν τέσσερις Βαλκανικές Διασκέψεις (Αθήνα 1930, Κωνσταντινούπολη 1931, Βουκουρέστι 1932, Θεσσαλονίκη 1933). Οι Διασκέψεις αυτές οδήγησαν, το 1934, στην υπογραφή του Συμφώνου Βαλκανικής Συνεννοήσεως από την Ελλάδα, την Γιουγκοσλαβία, την Ρουμανία και την Τουρκία, με βασικό στόχο την αμοιβαία εγγύηση των συνόρων (Ροζάκης 1987, Σβολόπουλος 1987).
«Τα αίτια (του πολέμου) θα αρθούν όταν μεταξύ των εθνών δημιουργηθούν άμεσα κοινά συμφέροντα, όταν οι πολίται κάθε Κράτους έχουν ελευθερίαν εισόδου και δικαίωμα εργασίας εις τα άλλα Κράτη, όταν δημιουργηθούν ακόμη στενώτεροι δεσμοί μεταξύ των εθνών, γεννώντες το συναίσθημα ότι δεν είναι ξένα προς άλληλα, όταν η λύσις των διαφορών των Κρατών υποβληθή εις κανόνας δικαίου, ίσου δι’ όλους. Υπ’ αυτούς τους όρους ημπορεί να οργανωθή ανώτερος διακρατικός οργανισμός, ικανός να ασφαλίση την ειρήνην και να ενισχύση πολύ αποτελεσματικώτερον την συνεργασίαν και την αλληλεγγύην των λαών».
[07/10/1929 – «Υπόμνημα δια το ζήτημα της Ομοσπονδίας των Λαών», στο Ξ. Λευκοπαρίδης (επιμ.) 1957: 645].
«Θα ήτο όμως δυνατόν και επιβάλλεται να επιδιωχθή η πραγμάτωσις της ομοσπονδιακής ιδέας εις στενώτερον κύκλον, και μάλιστα εις την Ευρώπην, η οποία είναι περισσότερον κατατεμαχισμένη από κρατικής απόψεως παρά οιονδήποτε άλλο τμήμα της γης, παρουσιάζει τους μεγαλυτέρους κινδύνους πολεμικών συρράξεων (…) και υποφέρει εξαιρετικά από τα δασμολογικά τείχη των Κρατών (…) Εξ άλλου, μεταξύ των Ευρωπαϊκών λαών υπάρχουν σχετικώς περισσότερα κοινά στοιχεία πολιτισμού, τα οποία ολονέν ενισχύονται και ήδη ήρχισε να δημιουργήται εις ευρείς κύκλους συνείδησις περί της ανάγκης της ενώσεως των Ευρωπαϊκών Κρατών (…) Ό,τι ήτο χθές απλούν ονειροπόλημα γίνεται πλέον αντικείμενον ρεαλιστικής πολιτικής. Απόκειται τώρα εις την σταθεράν ενέργειαν όλων των ανθρώπων με ανωτέραν συνείδησιν που είναι εις θέσιν να επηρεάσουν την δημόσιαν γνώμην, δια να γίνει πραγματικότης η ιδέα των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης που θα σώσει τους λαούς αυτής».
[07/10/1929 – «Υπόμνημα δια το ζήτημα της Ομοσπονδίας των Λαών» , στο Ξ. Λευκοπαρίδης (επιμ.) 1957: 645-646].
«Εάν μία ένωσις εις όλην την Ευρώπην ήθελε συναντήσει παρ’ ελπίδα δυσχερείας, θα έπρεπε να επιδιωχθή να πραγματοποιηθή εις ακόμη στενωτέρους κύκλους, επί παραδείγματι από τα Βαλκανικά Κράτη, εις τα οποία συμπεριλαμβάνεται και η Τουρκία. Αυτά είχαν κοινάς ή αναλόγους τύχας και περιπετείας, έζησαν επί αιώνας εντός της αυτής πολιτικής οργανώσεως, έχουν συγγενείς αντιλήψεις και συνηθείας και αρκετά κοινά συμφέροντα, με μίαν λέξιν πολλά κοινά στοιχεία πολιτισμού ευνοϊκά δια μίαν Ένωσιν».
[07/10/1929 – «Υπόμνημα δια το ζήτημα της Ομοσπονδίας των Λαών», στο Ξ. Λευκοπαρίδης (επιμ.) 1957: 646].